ΠΡΟΣΩΠΑ : Δέσπω, Σόφω, Τασώ , εγγονή , γέροντας, εγγονός,
ΣΚΗΝΙΚΟ : Το εσωτερικό ενός παλιού πύργου. Κάτω αριστερά βαρελάκια με μπαρούτι . Στους τοίχους
πολεμίστρες .
( Η Λένω , η κόρη , ο γέροντας και τα εγγόνια κάθονται σκεφτικοί. Η Δέσπω πάει κι έρχεται ανήσυχη.
Ξαφνικά ακούγονται βήματα και φωνές. )
ΔΕΣΠΩ : Ακούγονται , βήματα . Λένω στην πόρτα.
ΣΟΦΩ : Θεια , Τασώ , ανοίξτε . Ανοίξτε , καλέ, σας λέω .Γρήγορα .
ΤΑΣΩ : Η Σόφω είναι μάνα, ανοίγω .
ΔΕΣΠΩ : Κοίτα πρώτα απ’ την πολεμίστρα. Μην την ακολουθούν τίποτα Αρβανίτες .
ΤΑΣΩ : Δε βλέπω να ‘ρχεται κανείς πίσω της , μάνα .
ΔΕΣΠΩ : Άνοιξέ της τότε.
( Η Λένω ανοίγει την πόρτα , μπαίνει η Σόφω αναμαλλιασμένη και με αίματα στα χέρια της. )
ΣΟΦΩ : Τι κάνετε τόση ώρα ν’ ανοίξετε ; Θα με προλάβαιναν οι Αρβανίτες.
ΔΕΣΠΩ : Τι σου συνέβη κόρη μου ; Είσαι γεμάτη αίματα .
ΣΟΦΩ : Πήγα στη βρύση , στη Ρηνιάσα , για νερό κι έπεσα πάνω σε Αρβανίτες.. Πρόλαβα και κρύφτηκα
σε κάτι λυγαριές. Κι όταν έφαγαν κι έπεσαν να ξεκουραστούν , άρπαξα ένα χατζάρι και
μαχαίρωσα αυτόν που ήταν πιο κοντά . Οι άλλοι με πήραν στο κυνήγι , αλλά δεν ήξεραν καλά
τον τόπο και μπόρεσα κι απομακρύνθηκα.
ΔΕΣΠΩ : Ευτυχώς , κόρη μου.
ΣΟΦΩ : Είναι πολλοί μάνα . Πάνω κάτω καμιά πεντακοσαριά τουφέκια . Γέμισε ο τόπος από δαύτους.
ΤΑΣΩ : Ίσως δεν κάναμε καλά μάνα που κλειστήκαμε εδώ , στον πύργο του Δημουλά. Αργά ή γρήγορα
θα μας βρουν και τότε….
ΔΕΣΠΩ : Και τι άλλο μπορούσαμε να κάνουμε κόρη μου; Τα παιδιά είναι μικρά , κουράστηκαν. Κι ο
γέροντας έχει το πόδι χτυπημένο. Βήμα δεν μπορεί να κάνει. Αχ, και να ‘ταν εδώ ο Γιώργης μου !
ΣΟΦΩ : Έχει δίκιο η μάνα σου, Τασώ . Δε γινόταν αλλιώς. Έπρεπε να κρυφτούμε εδώ.
ΔΕΣΠΩ : Ο πύργος φαίνεται να κρατάει καλά , ακόμα. Θα τ’ αντέξει τα βόλια τους. Εμείς δεν ξέρω αν
αντέξουμε.
ΤΑΣΩ : Εγώ πάντως μάνα, δεν πέφτω ζωντανή στα χέρια των απίστων.
ΣΟΦΩ : Ούτε κι εγώ κυρά . Κάλλιο να πεθάνω , παρά αιχμάλωτη στα χέρια των Αρβανιτών.
ΔΕΣΠΩ : Κι εγώ αυτής της γνώμης είμαι. Πεθαμένες καλύτερα , παρά….
ΤΑΣΩ : Μάνα , όπου να ‘ναι θα φανούν. Να ετοιμάσουμε τα όπλα και τα μπαρουτόβολα και να πιάσουμε
τις πολεμίστρες .
ΓΕΡΟΝΤ : Τι κρίμα να είμαι λαβωμένος και να μην μπορώ να βοηθήσω κι εγώ. Αφήστε μου όμως μια
πιστόλα , μην τύχει και μπουν τα σκυλιά.
ΔΕΣΠΩ : Πάρε γέροντα. Εύχομαι να μη χρειαστεί…μα σαν έρθει εκείνη η ώρα…
ΣΟΦΩ : Έρχονται , καπετάνισσα .
ΤΑΣΩ : Είναι πολλοί, μάνα.
ΔΕΣΠΩ : Κουράγιο , κόρες μου. Γιώργη, Αννούλα , ελάτε εδώ να γεμίζετε τα όπλα, όπως σας έδειξε ο
μακαρίτης ο πατέρας σας. Γρήγορα !
ΕΓΓΟΝΟ: Ερχόμαστε , γιαγιά.
( Ετοιμάζονται για τη μάχη και ακούγονται φωνές Αρβανιτών )
ΑΡΒΑΝΙ : Εσείς από μέσα , ακούτε ;
ΔΕΣΠΩ : Ακούμε , ορέ.
ΑΡΒΑΝΙ : Με γυναίκα μιλάω ; Δεν υπάρχει άντρας μέσα ;
ΔΕΣΠΩ : Η Δέσπω Σέχου , του Γιώργη Μπότση η γυναίκα .Τι αν λείπει ο άντρας μου. Δε σας
φοβάμαι παλιόσκυλα και κάνω για δέκα από σας , μόνη μου
ΑΡΒΑΝΙ : Καλά τότε . Θα κάνουμε κουβέντα μαζί .
ΔΕΣΠΩ : Τι ζητάτε , ορέ τσιράκια τ’ Αλη-Πασά ;
ΑΡΒΑΝΙ : Από δω δεν μπορείτε να ξεφύγετε. Άμα γίνει μάχη θα χαθούν ζωές άδικα κι είναι κρίμα .
Παραδοθείτε και σας αφήνουμε να ζήσετε. Αλλιώς θα σας χαλάσουμε , ορέ.
ΔΕΣΠΩ : Και να καταλήξουμε σκλάβες στην αραπιά ή σε κάποιο χαρέμι ; Να λείπει τέτοια ζωή. Άμα το
λέει η καρδιά σας κοπιάστε…
ΑΡΒΑΝΙ: Τότε ας γίνει μάχη . Βαράτε , ορέ !
( Αρχίζουν να πέφτουν πυροβολισμοί . Ακούγονται βογκητά . Η χορωδία τραγουδάει το γνωστό τραγούδι :
Αχός βαρύς ακούγεται, πολλά ντουφέκια πέφτουν. Μήνα σε γάμο ρίχνονται, μην σε χαροκόπι; Ουδέ σε γάμο ρίχνονται, ουδέ σε χαροκόπι. Η Δέσπω κάνει πόλεμο με νύφες και μ' αγγόνια. Αρβανιτιά την πλάκωσε στου Δήμουλα τον πύργο.
- Γιώργαινα ρίξε τ' άρματα, δεν είναι εδώ το Σούλι, εδώ είσαι σκλάβα του πασά, σκλάβα των Aρβανίτων. - Tο Σούλι κι αν προσκύνησε κι αν τούρκεψεν η Kιάφα η Δέσπω αφέντες Λιάπηδες(*) δεν έκανε, δεν κάνει. Δαυλί στο χέριν άρπαξε, κόρες και νύφες κράζει: - Σκλάβες Tουρκώ μη ζήσουμε, παιδιά μ' μαζί μου ελάτε. Kαι τα φουσέκια ανάψανε κι όλες φωτιά γενήκαν." )
ΤΑΣΩ : Μάνα , δεν προλαβαίνουμε να ρίχνουμε. Όσους κι αν χτυπούμε , ξεφυτρώνουν κι άλλοι.
ΣΟΦΩ : Έφτασαν απέξω απ’ την πόρτα .
ΔΕΣΠΩ : Τα ζαγάρια…
ΤΑΣΩ : Θα σπάσουν την πόρτα μάνα…
ΓΕΡΟΝΤ : Γρήγορα , Δέσπω , μη σε προλάβουν.
ΣΟΦΩ : Θεέ μου , βοήθα μας.
ΔΕΣΠΩ : Πιάσε το δαδί , Τασώ . ( Της πετάει τη δάδα ) Και σπάσε κείνο το βαρέλι με το μπαρούτι .
ΤΑΣΩ : Μάνα , τι κάνεις ;
ΔΕΣΠΩ : Αυτό που πρέπει , κόρη μου.
ΣΟΦΩ : Μαζί σου , κυρά !
( Μπαίνει μέσα ο πρώτος Αρβανίτης με ένα χατζάρι στο χέρι )
ΑΡΒΑΝΙ : Σας έφαγα άτιμες !
ΔΕΣΠΩ : Δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα τώρα πια , άπιστοι. Θα σας πάρουμε μαζί στο θάνατο.
ΑΡΒΑΝΙ : Αλλάχ, Αλλάχ. Πίσω ορέ. Θα τινάξει το μπαρούτι….
ΔΕΣΠΩ : Θεέ μου σ’χώρα με !
( Σκύβει και βάζει φωτιά στο μπαρούτι, ακούγεται έκρηξη και σβήνουν τα φώτα .)
ΑΠΟ ΓΙΩΡΓΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου